The Falling (2014) director Carol Morley
Το The
Falling
είναι μια ιστορία ενηλικίωσης που
γίνεται τραγωδία – μόνο που ο χορός
αντί να εκφέρει ποιητικό λόγο ρυθμικά,
λιποθυμά. Κεντρικοί ήρωες είναι δύο
έφηβες με διαφορετικές προσωπικότητες,
που τις δένει μια βαθιά φιλία (την ίδια
χρονιά βγήκε κι άλλη μια ταινία με αυτά
τα κοινά σημεία, το Respire
[Δύο Ανάσες]). Η πρώτη είναι συνεσταλμένη
κι ορθολογίστρια και η δεύτερη πληθωρική
και παρορμητική. Ως προς τους χαρακτήρες
η ταινία δεν εμφανίζει κάποια πρωτοτυπία
καθώς παίζει με το γνωστό δίπολο
εσωστρέφεια - εξωστρέφεια, αλλά προσδοκά
να αναπληρώσει με το στόρι της και με
την διείσδυση στα ψυχολογικά συμπλέγματα
των κοριτσιών (προσδοκά είπαμε).
Υπόθεση:
Η Lydia
και η Abbie
είναι μαθήτριες σ’ ένα γυμνάσιο θηλέων
το 1969, σε μια επαρχιακή πόλη της Αγγλίας.
Είναι καλύτερες φίλες από παιδιά και
καθώς η εφηβεία έχει μπει για τα καλά,
η Abbie
αρχίζει να δείχνει ζωηρό ενδιαφέρον
για τα αγόρια, κάτι που η Lydia
δε συμμερίζεται καθώς είναι πιο
«μαζεμένη», και μάλιστα εκδηλώνει
σημάδια ανακριτικής κι οργισμένης
συμπεριφοράς απέναντι στη φίλη της. Η
Abbie
έχει εντυπωσιακή εμφάνιση και προκαλεί
την προσοχή όποιου τη γνωρίζει, χωρίς
κάποια προσποίηση, φτάνει μόνο να στείλει
φιλιά στον αέρα στις συμμαθήτριές της
κι εκείνες κοκκινίζουν. Η Lydia
παρόλο που είναι πιο «συνηθισμένη» δεν
τη ζηλεύει κι ενδιαφέρεται πραγματικά
για τη φίλη της, σε βαθμό που μπορεί να
χαρακτηρισθεί ως ψύχωση. Τα υπόλοιπα
κορίτσια του σχολείου παρουσιάζουν
διάφορες διαταραχές λόγω ηλικίας
(κάποιος είχε πει ότι η εφηβεία είναι
ένα πρόβλημα που λύνεται μόνο αν το
αγνοήσεις αρκετό καιρό μέχρι να περάσει…)
Αναπτύσσουν όμως γερούς δεσμούς μεταξύ
τους δημιουργώντας δικά τους «παγανιστικά»
τελετουργικά, τραγουδώντας, και δίνοντας
όρκους για ετήσιες συναντήσεις κάτω
απ’ τα δέντρα.
Στην
τάξη, οι καθηγητές ενδιαφέρονται μόνο
να διεκπεραιώσουν το μάθημα όπως απαιτούν
οι αυστηροί σχολικοί κανόνες. Κάποιες
καθηγήτριες είναι παραδοσιακές –
μπορείς να τις πεις και συντηρητικές
γεροντοκόρες – και καταφεύγουν μέχρι
και στη σωματική τιμωρία για απρεπές
ντύσιμο και συμπεριφορά ή κάνουν ψυχρές
παρατηρήσεις όταν τα κείμενα απαγγέλλονται
με παραπάνω ζωντάνια απ’ όσο χρειάζεται,
ενώ αυτές που θέλουν να πλησιάσουν τα
κορίτσια ως πιο ευαίσθητες γίνονται
δέσμιες των δικών τους αδυναμιών.
Αποτέλεσμα των τελευταίων, είναι όχι
μόνο να μην καταφέρνουν να αντιμετωπίσουν
τις ψυχολογικές εξάρσεις της εφηβείας,
αλλά να πέφτουν και οι ίδιες θύματα
παρόμοιων εκδηλώσεών της.
Την
οικογένεια της Abbie
δεν τη γνωρίζουμε για να καταλάβουμε
το background
της. Στην κοινή σκηνή όμως της οικογένειας
της Lydia
με την Abbie,
γίνεται σαφές ότι η Abbie
είναι η αγαπημένη της μητέρας της Lydia,
κι ότι έχει ακόμη μία κατάκτηση – τον
λίγο μεγαλύτερο αδερφό της Lydia
– που δεν θα αφήσει να πάει χαμένη για
χάρη της φίλης της. Το γεγονός αυτό
αποτελεί ένα σημείο αντιπαράθεσης
ανάμεσα στα δύο κορίτσια, που εκφράζεται
περισσότερο ως ανησυχία της Lydia
ότι ίσως η φίλη της δεν είναι έτοιμη να
διαχειριστεί την ανεξέλεγκτη σεξουαλικότητά
της με όλες τις συνέπειες που προκύπτουν
απ’ αυτή.
Όταν
η Abbie
ξαφνικά λιποθυμά στο εστιατόριο του
σχολείου κανείς δεν θορυβείται, καθώς
το θεωρεί φυσιολογική αντίδραση απέναντι
στο stress,
στην μελαγχολία μαζί με κάποια τάση να
γίνει το επίκεντρο της προσοχής (drama
queen).
Όμως
σύντομα σε ένα παρόμοιο συμβάν στο
διάδρομο του σχολείου, με μόνη παρούσα
την Lydia
αυτή τη φορά, η Abbie
σωριάζεται νεκρή. Τότε γίνεται «μάρτυρας»
ενός συστήματος που δε διακρίνει την
πραγματική ανάγκη για στήριξη των
κοριτσιών σ’ αυτήν την ευαίσθητη ηλικία,
που καταπατά την ελευθεριότητα, που δεν
το αφορούν τα οικογενειακά δράματα που
κρύβονται πίσω απ’ τα εφηβικά ζωηρά
μάτια, που δεν γνωρίζει για τις βουλιμικά
επεισόδια που λαμβάνουν χώρα στις
τουαλέτες του σχολείου.
Μετά
το θάνατο της Abbie,
το φαινόμενο της λιποθυμίας αποκτά
μορφή επιδημίας κι ένα ένα τα κορίτσια
πέφτουν φαρδιά πλατιά κάτω για ανεξήγητο
λόγο. Οι καθηγητές αντιμετωπίζουν τα
περιστατικά σα νευρωτικά επεισόδια και
γενικά εξοργίζονται ή αδιαφορούν (κι
εμείς υπήρξαμε έφηβοι, τα ξέρουμε τα
κόλπα). Έκκληση για βοήθεια; Μιμητισμός
για να ανήκουν στην παρέα; Οποιαδήποτε
κι αν είναι η αιτία που εμφανίστηκε αυτή
η ομαδική εξωτερίκευση του καταπιεσμένου
ψυχισμού των κοριτσιών, όταν συμβαίνει
και στο σπίτι αναγκάζει την παρατημένη
απ’ τη ζωή μητέρα της Lydia
να έρθει αντιμέτωπη με τις ευθύνες της,
και να αποκαλύψει αυτό που τη βασανίζει
ώστε να έρθει η εξιλέωση.
Απ’
τις ερμηνείες ξεχωρίζει η έμπειρη Maxine
Peake
στο ρόλο της μητέρας. Η πρωταγωνίστρια,
Maisie
Williams,
είναι το αγοροκόριτσο του Game
OF
Thrones
σε πιο θηλυκό ρόλο. Την Abbie
παίζει η, χαρισματικής ομορφιάς,
πρωτοεμφανιζόμενη Florence
Pugh.
Η σκηνοθέτης, Carol
Morley,
είναι η δημιουργός του ντοκιμαντέρ για
την αστική αποξένωση, Dreams
Of
A
Life
(2011) που είχε παιχτεί και στις 18ες
Νύχτες Πρεμιέρας. Όσον αφορά το
αισθητικό-οπτικό κομμάτι, η φωτογραφία
της ταινίας είναι υψηλού επιπέδου με
το πράσινο της φύσης να μαγεύει με την
κυριαρχία του. Στα αρνητικά της
περιλαμβάνονται οι «ξύλινες»
ερμηνείες των υπόλοιπων κοριτσιών, οι
στερεοτυπικοί χαρακτήρες: το
έξυπνο-μπερδεμένο κορίτσι, το
όμορφο-καταραμένο που κεντρίζει την
προσοχή, το χοντρό που όλο τρώει, το
πνευματώδες-σκεπτικιστικό με γυαλιά
κλπ. Επίσης η συνεχής επανάληψη του
κεντρικού μοτίβου της ταινίας – δηλαδή
της λιποθυμίας – που καταντά κουραστική,
οι διάλογοι που είναι μερικές φορές στα
όρια του αστείου, το «επιληπτικό» μοντάζ
με αλλεπάλληλα σύντομα πλάνα (flash
montage)
σε αρκετές σκηνές. Σε γενικές γραμμές,
θα έλεγα ότι απευθύνεται περισσότερο
σε φαν του είδους coming-of-age.
Ο
Jonathan
Bernstein
αναφέρει
στο
βιβλίο
του
για
τις
εφηβικές
ταινίες
«Pretty In Pink: The Golden Age of Teenage Movies» (1997): “[…]
every teen is morbid and miserable, paranoid and tragic, sick and
scared”. Αυτή
η ταινία το ενσαρκώνει απόλυτα.
Νάντια
Παπαγεωργίου
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου